Θεματικές ενότητες
Κλιματική Αλλαγή και Δάση
Η Ελλάδα προβλέπεται να είναι από τις πιο ευπαθείς χώρες στην κλιματική αλλαγή στην Ευρώπη. Οι επιπτώσεις που αναμένεται να επιφέρει η κλιματική αλλαγή στα δασικά οικοσυστήματα είναι ποικίλες, διαφοροποιούνται σε ένταση και εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, όπως η φυσικότητα του δασικού οικοσυστήματος (φυσικό δάσος ή φυτεία), η ασκούμενη διαχείριση, το μικροκλίμα, το γεωγραφικό πλάτος, η φυσιογραφία της περιοχής, η ένταση των διαταραχών, οι χρήσεις γης στην ευρύτερη περιοχή κ.ά.
Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στα δασικά οικοσυστήματα συνδέονται κυρίως με την ταχύτητα της μεταβολής του κλιματικού πλαισίου σε συνδυασμό με τον κατακερματισμό των δασών από την ανθρώπινη δραστηριότητα. Η ταχύτητα του φαινομένου δεν επιτρέπει την έκφραση πιο ανθεκτικών γενοτύπων των ειδών, ιδιαίτερα των μακρόβιων δασικών δέντρων ενώ και η ροή γενοτύπων δυσχεραίνεται από τον κατακερματισμό των φυσικών τοπίων που εντείνει την απομόνωση των δασών π.χ. σε ορεινές περιοχές.
Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στα δάση είναι ένα φαινόμενο δυναμικό, κάτι που υποχρεώνει σε εντατική παρακολούθηση των αιτίων και των όποιων αλλαγών στη συμπεριφορά των δασικών οικοσυστημάτων, ώστε να βελτιώνεται η δυνατότητα πρόβλεψης των αλλαγών. Εντατική πρέπει επίσης να είναι και η παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας των μέτρων προσαρμογής, είτε αυτά αφορούν δασοκομικούς χειρισμούς είτε στη διοίκηση και χρηματοδότηση της Δασικής Υπηρεσίας και του δασικού τομέα γενικότερα.
Μεταξύ των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στα φυτικά είδη και στη δασική βλάστηση είναι: η μεταβολή του ρυθμού αύξησης των δέντρων, αλλαγές στην εξάπλωση των ειδών και στη σύνθεση των δασών, αύξηση έντασης και συχνότητας διαταραχών όπως οι πυρκαγιές εξαιτίας της εντονότερης ξηρασίας, της μεγαλύτερης διάρκειας ξηρής περιόδου και των συχνότερων κεραυνών, μείωση της βιοποικιλότητας, επιδημικές εξάρσεις φλοιοφάγων εντόμων και άλλων παθογόνων οργανισμών καθώς η αλλαγή των κλιματικών παραγόντων έχει ήδη μεταβάλει, σε πολλές περιπτώσεις, τις σχέσεις ισορροπίας μεταξύ παθογόνων οργανισμών και δασικών φυτικών ειδών.
Από τον συνδυασμό ταχύτητας-εύρους και πολυπλοκότητας των αλλαγών προκύπτει ότι η διατήρηση των δασών και η συνέχεια της παροχής των υπηρεσιών τους, απαιτεί την εκτίμηση της τρωτότητας τους, τη λήψη μέτρων όπου είναι αναγκαίο και παρακολούθηση. Με μια λέξη αυτό περιγράφεται ως προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Τα μέτρα προσαρμογής της διαχείρισης των δασών αφορούν όλα τα επίπεδα, από το τοπικό έως το περιφερειακό και το εθνικό και το βιογεωγραφικό. Διακρίνονται επίσης σε δράσεις πρόληψης/αποτροπής ή αντίδρασης/καταστολής με τα πρώτα να είναι τα πλέον ενδεδειγμένα και αποτελεσματικά. Τα μέτρα προσαρμογής έχουν και κοινωνικο-οικονομική διάσταση, αφού κάθε πρόγραμμα ή μέτρο προσαρμογής επηρεάζει την οικονομία του δάσους, δηλαδή όλους όσους εργάζονται στην αλυσίδα της συγκομιδής, επεξεργασίας και εμπορίας δασικών προϊόντων και όλους όσους παρέχουν υπηρεσίες σχετικές με τα δασικά οικοσυστήματα. Ιδιαίτερο βάρος εδώ είναι σκόπιμο να δίνεται στις παραδασόβιες κοινότητες και την οικονομία τους, μια συνύπαρξη που πρέπει να διατηρείται συμβιωτική και επωφελής τόσο για τα δάση όσο και για τους ανθρώπους. Οι κάτοικοι των κοινοτήτων αυτών πρέπει να διατηρούν εργασία και υψηλή ποιότητα ζωής. Έχει αποδειχτεί ότι τα δασικά οικοσυστήματα διαχειρίζονται και προστατεύονται καλύτερα, όταν υπάρχει επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό που συμβιώνει με αυτά και μπορεί άμεσα να εμπλακεί σε οποιαδήποτε έκτακτη ανάγκη.
Ένας από τους κύριους σκοπούς της προσαρμογής της διαχείρισης των δασών είναι η διατήρηση και όταν είναι δυνατό και η αύξηση της συμμετοχής τους στη δέσμευση άνθρακα που αποτελεί ένα μια από τις συνιστώσες του μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Συνεπώς είναι σημαντικό κατά την επιλογή των μέτρων προσαρμογής και τον καθορισμό των επιμέρους παραμέτρων τους να αξιολογούνται και οι δυο πλευρές της στρατηγικής για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Η προσαρμογή της διαχείρισης των δασών στην Ελλάδα αφορά και πληθώρα υπηρεσιών που αφορούν το σύνολο ουσιαστικά της χώρας, όπως για παράδειγμα τους υδατικούς πόρους και την προστασία των εδαφών. Αποτελεί συνεπώς κρίσιμο στοιχείο μιας συνολικής πολιτικής προσαρμογής των παραγωγικών διαδικασιών και της χρήσης των φυσικών πόρων.
Από τα προηγούμενα προκύπτει ότι η προσαρμογή της διαχείρισης των δασών στην κλιματική αλλαγή δεν είναι μια υπόθεση μόνο ειδικών. Για τον λόγο αυτό είναι σκόπιμο να συνοδεύεται από τακτική και στοχευμένη επικοινωνία με τους άμεσα εμπλεκόμενος και με το ευρύ κοινό. Έμφαση είναι σκόπιμο να δίνεται στην τεκμηρίωση του φαινομένου, στην αποτελεσματικότητα των δράσεων προσαρμογής που τεκμηριώνει και την αποτελεσματικότητα των χρησιμοποιούμενων πόρων, στο ρόλο του κοινού στην πρόληψη και στην αντιμετώπιση έκτακτων περιστατικών που απειλούν τα δάση και τελικά στα οφέλη της κοινωνίας από τις δράσεις αυτές.